|
|
Αρχική » Κατήχηση » Κηρύγματα
Ερμηνεύουμε, αδελφοί μου χριστιανοί, μέ απλό καί σύντομο τρόπο τήν θεία Λειτουργία. Στό προηγούμενο κήρυγμά μας μιλήσαμε γιά τό μεγάλο θαύμα πού γίνεται σ' αυτήν, τόν Καθαγιασμό τών Θείων Δώρων. Ότι δηλαδή μέ τήν επίκληση του Ιερέα έρχεται τό Άγιο Πνεύμα στά Δώρα, πού είναι πάνω στήν Αγία Τράπεζα, καί τά μεταβάλλει. Τό μέν ψωμάκι, πού είναι στό άγιο Δισκάριο, τό μεταβάλλει σέ Σώμα Χριστού, τό δέ κρασάκι, πού είναι στό Άγιο Ποτήριο, τό μεταβάλλει σέ Αίμα Χριστού. Τώρα λοιπόν, χριστιανοί μου, θά πρέπει νά έχουμε τήν έννοια ότι ενώπιον μας, πάνω στήν Αγία Τράπεζα, δέν έχουμε αγιασμένο ψωμί καί κρασί από τήν ακολουθία τής Προσκομιδής, αλλά ενώπιον μας έχουμε Αυτόν τόν Κύριο ήμών Ιησού Χριστό, τόν Ενανθρωπήσαντα Υιό του Θεού. Ας τό έχουμε συνειδητά ύπ' οψιν αυτό, γιά νά είναι καί ανάλογη ή στάση μας καί τά αισθήματά μας κατά τήν υπόλοιπη θεία Λειτουργία.
Μέ τόν Καθαγιασμό τών θείων Δώρων τελέστηκε ή θεία Λειτουργία. Καί ή θεία Λειτουργία, αγαπητοί μου, όπως λέγαμε, είναι ή προσφορά τής θυσίας του Χριστού, πού έκανε γιά μας καί γιά όλο τόν κόσμο, γι' αυτό καί λέγεται «καθολική». Προσφέρεται γιά όλους, γιά νά σωθούν όλοι. Ιδιαίτερα όμως εμείς προσφέρουμε τήν θυσία αυτήν ύπέρ όλων τών Αγίων, της Παλαιάς καί τής Καινής Διαθήκης. Έτσι λοιπόν μετά τόν Καθαγιασμό τών Τιμίων Δώρων, ο Ιερέας λέει σέ μιά ευχή, πού διαβάζει τώρα, ότι προσφέρουμε τήν θεία Λειτουργία γιά όλους όσους «αναπαύθηκαν μέ πίστη»: Γιά τούς Προπάτορες, τούς Πατέρες, τούς Πατριάρχες, τούς Προφήτες, τούς Αποστόλους, τούς Κήρυκες, τούς Ευαγγελιστές, τούς Μάρτυρες, τούς Ομολογητές, τούς Παρθενεύοντες, («εγκρατευτών») καί γιά κάθε ψυχή δικαίου ανθρώπου, πού πέθανε μέ πίστη. Όλοι αυτοί έφυγαν μέν από τόν παρόντα κόσμο σάν άνθρωποι θνητοί, αλλά είναι παρόντες στήν θεία Λειτουργία. θυμόμαστε εδώ εκείνο πού ακούμε στά προσκλητήρια τών στρατιωτικών τελετών γιά τούς πεσόντες ήρωες. Ενας φωνάζει μέ τήν σειρά τά ονόματά τους καί ένας άλλος απαντα: «Απών έπεσεν υπέρ πατρίδος». Αλλά στό τέλος ο δεύτερος απ' αυτούς λέει: «Άπαντες παρόντες· αθάνατοι ήρωες».
Έτσι καί εδώ στήν θεία Λειτουργία. Μετά τόν Καθαγιασμό μνημονεύουμε, όπως είπαμε, κάθε δίκαιο άνθρωπο, πού έφυγε από τόν παρόντα κόσμο καί άρα δέν είναι ανάμεσά μας. Ανθρώπινα είναι όλοι απόντες. Θεικά όμως είναι όλοι παρόντες στήν θεία Λειτουργία καί γεύονται καί αυτοί τήν δική μας προσφορά στόν Θεό. Αλλά από όλους τούς Αγίους, πρός τιμήν τών οποίων προσφέρουμε τήν Θεία Λειτουργία, μνημονεύει τώρα ο λειτουργός Ιερέας ιδιαίτερα («εξαιρέτως») Αυτήν πού είναι παραπάνω από όλους τούς Αγίους, καί γι' αυτό τήν λέμε ΠΑΝΑΓΙΑ. Μέ δυνατή τήν φωνή τώρα ο Ιερέας καί οχι χαμηλή, όπως προηγουμένως, όταν διάβαζε τήν ευχή, λέγει: «'Εξαιρέτως τής Παναγίας Αχράντου, Υπερευλογημένης, Ενδόξου, Δεσποίνης ήμών Θεοτόκου καί Αειπαρθένου Μαρίας». Ώστε λοιπόν ή μεγαλύτερη προσφορά στήν Παναγία μας, στήν οποία ευαρεστείται απόλυτα ή Κυρία μας είναι ή Θεία Λειτουργία. Καί πόσο χαίρεται ή Μεγάλη αυτή Μάνα μας Παναγία, νά βλέπει εδώ στήν θεία Λειτουργία όλα Της τά παιδιά συγκεντρωμένα!
Μετά τήν μνημόνευση τής Παναγίας μέ τήν εκφώνηση του Ιερέα, ο Ψάλτης — δηλαδή ο λαός — ύμνεί καί αυτός τήν Παναγία μέ τό δικό του τροπάριο, μέ τό «Αξιόν εστιν ως αληθώς...». Ε, τί γινόταν παλαιότερα, πού ήταν ζωντανή ή λατρεία μας, καί τί γίνεται καί σήμερα στόν Αγιο Όρος, όταν ψάλλεται στήν θεία Λειτουργία τό «Αξιόν εστιν»! Σείονται τά καντήλια, χτυπούν καμπάνες καί σήμαντρα! Καί ή Κυρία Δέσποινα του Αγίου Όρους, ή Παναγία Πορταίτισσα, κατά καιρούς, καί μάλιστα στήν γιορτή Της κινεί ή Ίδια τήν κανδήλα Της στό «Αξιόν εστιν» καί αλαλάζουν από χαρά οι Μοναχοί καί οι προσκυνητές από τό σημείο αυτό, γιατί δηλώνεται μέ αυτό ή παρουσία τής Ιδίας τής Παναγίας ανάμεσά τους.
Τήν ωρα πού ο Ψάλτης ψάλλει τό «Αξιόν εστιν» ο Ιερέας μπροστά στήν Αγία Τράπεζα, ενώπιον του Ιησού Χριστού, μνημονεύει ονόματα τών αδελφών χριστιανών. Δύο φορές κάνει μνημονεύσεις όνομάτων ο Ιερέας στήν θεία Λειτουργία: Τήν μιά φορά στήν Προσκομιδή καί τήν άλλη φορά τώρα, μετά τόν Καθαγιασμό. Υπάρχει όμως ή εξής διαφορά: Στήν μέν Προσκομιδή μνημονεύονται πρώτα τών ζώντων τά ονόματα καί έπειτα τών τεθνεώτων. Τώρα όμως μετά τόν Καθαγιασμό, μνημονεύονται πρώτα τών τεθνεώτων, τών πεθαμένων τά ονόματα, καί έπειτα τών ζωντανών. Γιατί γίνεται αυτό; Είναι εύκολο νά τό βρούμε. Είπαμε προηγουμένως ότι ο Ιερέας μετά τόν Καθαγιασμό μνημονεύει τών Προπατόρων, τών Πατριαρχών, τών Προφητών κ.λπ. Δηλαδή, μνημονεύει ονόματα ήδη απελθόντων καί κεκοιμημένων· καί σάν συνέχεια λοιπόν αυτών τών κεκοιμημένων έρχεται ή μνημόνευση τών ιδικών μας αγαπητών κεκοιμημένων προσώπων, πού δίνουμε στόν Ιερέα μέ τό χαρτάκι νά τά μνημονεύσει.
Ωστε λοιπόν, αγαπητοί μου, άν θέλουμε — καί πολύ τό θέλουμε! — νά συναντάμε τά αγαπητά μας πρόσωπα, πού έφυγαν από τήν αγκαλιά μας, νά πηγαίνουμε στήν Λειτουργία, νά τούς ανάβουμε κεράκι καί νά τά μνημονεύουμε. Γιατί μπορούμε καί εμείς τήν ωρα αυτή, πού ο Ψάλτης λέει τό «Αξιόν εστιν», μπορούμε καί εμείς λέω, από μέσα μας, νά μνημονεύουμε διάφορα ονόματα, συγγενών μας καί γνωστών μας. Πρώτα όμως, ξαναλέω, στό σημείο αυτό μνημονεύουμε τούς κεκοιμημένους καί έπειτα τούς ζώντες.
Ο Γόρτυνος Ιερεμίας
|
|