Αρχική » Επίκαιρα κείμενα
Ο Άσωτος υιός της γνωστής παραβολής είναι κακομαθημένος, αυθάδης, φυγόπονος και
αχάριστος.
Ζητά χειραφέτηση, χωρίς να μπορεί, ούτε και να θέλει, ν’ αντιμετωπίσει μόνος του τη
ζωή. «Πάτερ, δος μοι το επιβάλλον μέρος της ουσίας». Δεν θέλει να εργαστεί και ν’
απολαύσει την ελευθερία του βασιζόμενος στις δικές του δυνάμεις. Στον δικό του κόπο και
ιδρώτα. Ζητά το μερίδιο που του «ανήκει», λες και δημιούργησε αυτός την περιουσία και
όχι ο πατέρας του. Θέλει να απολαμβάνει τον κόπο του πατέρα του, χωρίς αυτός να
κουράζεται καθόλου. Πόσοι νέοι σημερινοί δυστυχώς τον αντιγράφουν και τον μιμούνται.
Φθάνουν σε ώριμη ηλικία και ακόμη τα θέλουν όλα από τον πατέρα τους. Αξιοπρέπεια
καμμία.
Επιπλέον δεν σκέπτεται τις υποχρεώσεις απέναντι στον πατέρα του που τον μεγάλωσε,
τον σπούδασε, τον φρόντισε να έχει όλα τα απαιτούμενα αγαθά. Έπρεπε κι αυτός να ζήσει
κοντά του, να τον χαροποιήσει με εγγόνια, να τον στηρίξει, να τον γηροκομήσει. Δεν
σκέπτεται τίποτα από αυτά. Σκέπτεται μόνο την ηδονή και το συμφέρον του. Εγώ να ζω
καλά και να απολαμβάνω και ο πατέρας ας «κουρεύεται».
Παρόμοια ο ποικίλος δικαιωματισμός των ανθρώπων σήμερα –ας το προσέξουμε– έχει
ως βάθρο του κυρίως την ηδονή (ομαλή ή ανώμαλη) και το συμφέρον, χωρίς οι απαιτήσεις
του να έχουν ηθικό και αξιολογικό θεμέλιο.
Γράφει ο Σολζενίτσι κάπου ότι:
«Η υπεράσπιση των δικαιωμάτων του ατόμου έχει εξωθηθεί έως τέτοιου σημείου
υπερβολής, που η ίδια η κοινωνία βρίσκεται αφοπλισμένη μπρος σε ορισμένα από τα μέλη
της και έφτασε η ώρα για τη Δύση να μην τονίζει τόσο τα δικαιώματα των ανθρώπων, όσο
τις υποχρεώσεις τους, αν θέλει φυσικά να συνεχίσει να υπάρχει».
Βλέπουμε, δικαιώματα ζητάνε οι ομοφυλόφιλοι, δικαιώματα οι φυλακισμένοι,
δικαιώματα οι συγγενείς επί των βαριά ασθενούντων ηλικιωμένων. Τα ζητούμενα δεν
στηρίζονται σε ηθικές αρχές, αλλά στην ηδονή και στο συμφέρον και έτσι φιμώνονται οι
υποχρεώσεις έναντι των παιδιών, γεννημένων ή αγέννητων, έναντι όσων βρίσκονται στο
τέλος της ζωής τους και χρειάζονται την εκούσια, αγαπητική και ανακουφιστική φροντίδα
των δικών τους ανθρώπων, έναντι της συνέχειας του έθνους, στο οποίο χρωστούμε ότι
υπάρχουμε με τη συγκεκριμένη βιωτή.
Επίσης ο άσωτος υιός πιστεύει ότι με τη φυγή και με την επακολουθούσα πλήρη
χειραφέτηση θ’ απολαύσει τη ζωή. Δεν θέλει καμμία δέσμευση ή εξάρτηση και καμμία
επίβλεψη. Θέλει την ασύδοτη ελευθερία.
Ξεχνά ότι και ο παράδεισος είχε τις δεσμεύσεις του και τους περιορισμούς του. Γιατί
χωρίς αυτούς ο άνθρωπος σαπίζει. Λένε μερικοί, γιατί ο Θεός έβαλε την απαγόρευση στον
Αδάμ και την Εύα να μη φάνε από το δένδρο της γνώσεως του καλού και του κακού, αφού
ήξερε ότι οι πρωτόπλαστοι θα παρέβαιναν την εντολή του. Γιατί θα σάπιζαν πνευματικά
απαντούν οι πατέρες της Εκκλησίας μας. Καλώς ο Θεός έδωσε την εντολή και κακώς οι
προπάτορες μας την παρέβησαν. Μόνοι τους κατέστρεψαν το φάρμακο που τους χάριζε
την αθανασία. Φυγή λοιπόν από την πατρική επίβλεψη και πλήρη χειραφέτηση οι λέξεις
που μας ηλεκτρίζουν και που υπόσχονται να βρούμε την πλήρη ευτυχία και ελευθερία
μόνοι μας και κάνοντας του κεφαλιού μας.
Το που οδήγησε η χειραφέτηση του νεωτέρου και η πλήρης αποδέσμευσή του από κάθε
αυθεντία φαίνεται στη συνέχεια. Ασωτία στο έπακρον και πλήρη υποδούλωση στα
σωματικά του πάθη. Επακόλουθο η καταστροφή της περιουσίας του.
Λιμός επακολούθησε και, ο θεονήστικος και πειναλέος και μη εξασκημένος στην
εγκράτεια και την απλή ζωή νέος, αναγκάσθηκε να κολληθεί σ’ ένα άγνωστό του, για να
επιζήσει. Έτσι έχασε την ελευθερία και ανεξαρτησία του κι έγινε υποχείριος–δούλος του
εργοδότου του. Κατάντησε, από αρχοντόπουλο που ήταν, να βόσκει χοίρους και να
προσπαθεί να χορτάσει, τρώγοντας ότι έτρωγαν οι χοίροι. Και πάλι όμως πεινούσε.
Στο ναδίρ της καταπτώσεώς του και του εξευτελισμού του ήρθε σε αυτοσυναίσθηση και
απέκτησε αυτογνωσία. Κατάλαβε ότι προσπαθώντας να απελευθερωθεί από την επωφελή
γι’ αυτόν επίβλεψη του πατέρα του κατάντησε σε χειρότερη μοίρα και από τους υπηρέτες
τους. Κατάλαβε ότι ως «ελεύθερος» σάπισε κι έγινε δούλος, που ζούσε χειρότερα από τους
δούλους του πατέρα του.
Και πήρε τη μεγάλη απόφαση. Θα επιστρέψω στον πατέρα μου, θα ζητήσω ταπεινά και
ειλικρινά συγγνώμη. Δεν θα δικαιολογηθώ καθόλου. Θα αναγνωρίσω πλήρως το λάθος
μου και δεν θ’ αξιώσω να ξαναγίνω γιος του. Απλώς θα ζητήσω να είμαι υπηρέτης στο
σπίτι του πατέρα μου. Τώρα, που φεύγοντας κατάλαβα τι σημαίνει αποδέσμευση από τον
πατέρα μου, προτιμώ να είμαι ακόμη και ως υπηρέτης κοντά του.
Η ειλικρινής και γνήσια μετάνοια του νεωτέρου υιού θα τον οδηγήσει ξανά στην πρώτη
δόξα και ευτυχία του.
Συμπέρασμα· τα ανθρωποκεντρικά δικαιώματά μας είναι η πηγή της δυστυχίας μας. Ας
διδαχθούμε από τον ψαλμωδό (118 Ψαλμός) και ας επαναλάβουμε την προσευχή του·
«ευλογητός ει Κύριε, δίδαξόν με τα δικαιώματά σου». Αυτά με σώζουν και με οδηγούν
στην ευτυχία. Και τώρα και στην μέλλουσα αιωνιότητα.
ΑΡΧΙΜ. ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ

Ο Άσωτος υιός της γνωστής παραβολής είναι κακομαθημένος, αυθάδης, φυγόπονος και αχάριστος. Ζητά χειραφέτηση, χωρίς να μπορεί, ούτε και να θέλει, ν’ αντιμετωπίσει μόνος του τηζωή. «Πάτερ, δος μοι το επιβάλλον μέρος της ουσίας». Δεν θέλει να εργαστεί και ν’ απολαύσει την ελευθερία του βασιζόμενος στις δικές του δυνάμεις. Στον δικό του κόπο και ιδρώτα. Ζητά το μερίδιο που του «ανήκει», λες και δημιούργησε αυτός την περιουσία και όχι ο πατέρας του. Θέλει να απολαμβάνει τον κόπο του πατέρα του, χωρίς αυτός να κουράζεται καθόλου. Πόσοι νέοι σημερινοί δυστυχώς τον αντιγράφουν και τον μιμούνται. Φθάνουν σε ώριμη ηλικία και ακόμη τα θέλουν όλα από τον πατέρα τους. Αξιοπρέπεια καμμία. Επιπλέον δεν σκέπτεται τις υποχρεώσεις απέναντι στον πατέρα του που τον μεγάλωσε, τον σπούδασε, τον φρόντισε να έχει όλα τα απαιτούμενα αγαθά. Έπρεπε κι αυτός να ζήσει κοντά του, να τον χαροποιήσει με εγγόνια, να τον στηρίξει, να τον γηροκομήσει. Δεν σκέπτεται τίποτα από αυτά. Σκέπτεται μόνο την ηδονή και το συμφέρον του. Εγώ να ζω καλά και να απολαμβάνω και ο πατέρας ας «κουρεύεται». Παρόμοια ο ποικίλος δικαιωματισμός των ανθρώπων σήμερα –ας το προσέξουμε– έχει ως βάθρο του κυρίως την ηδονή (ομαλή ή ανώμαλη) και το συμφέρον, χωρίς οι απαιτήσεις του να έχουν ηθικό και αξιολογικό θεμέλιο.
Γράφει ο Σολζενίτσι κάπου ότι: «Η υπεράσπιση των δικαιωμάτων του ατόμου έχει εξωθηθεί έως τέτοιου σημείου υπερβολής, που η ίδια η κοινωνία βρίσκεται αφοπλισμένη μπρος σε ορισμένα από τα μέλη της και έφτασε η ώρα για τη Δύση να μην τονίζει τόσο τα δικαιώματα των ανθρώπων, όσο τις υποχρεώσεις τους, αν θέλει φυσικά να συνεχίσει να υπάρχει».Βλέπουμε, δικαιώματα ζητάνε οι ομοφυλόφιλοι, δικαιώματα οι φυλακισμένοι, δικαιώματα οι συγγενείς επί των βαριά ασθενούντων ηλικιωμένων. Τα ζητούμενα δεν στηρίζονται σε ηθικές αρχές, αλλά στην ηδονή και στο συμφέρον και έτσι φιμώνονται οι υποχρεώσεις έναντι των παιδιών, γεννημένων ή αγέννητων, έναντι όσων βρίσκονται στο τέλος της ζωής τους και χρειάζονται την εκούσια, αγαπητική και ανακουφιστική φροντίδα των δικών τους ανθρώπων, έναντι της συνέχειας του έθνους, στο οποίο χρωστούμε ότι υπάρχουμε με τη συγκεκριμένη βιωτή.Επίσης ο άσωτος υιός πιστεύει ότι με τη φυγή και με την επακολουθούσα πλήρη χειραφέτηση θ’ απολαύσει τη ζωή. Δεν θέλει καμμία δέσμευση ή εξάρτηση και καμμία επίβλεψη. Θέλει την ασύδοτη ελευθερία. Ξεχνά ότι και ο παράδεισος είχε τις δεσμεύσεις του και τους περιορισμούς του. Γιατί χωρίς αυτούς ο άνθρωπος σαπίζει. Λένε μερικοί, γιατί ο Θεός έβαλε την απαγόρευση στον Αδάμ και την Εύα να μη φάνε από το δένδρο της γνώσεως του καλού και του κακού, αφού ήξερε ότι οι πρωτόπλαστοι θα παρέβαιναν την εντολή του. Γιατί θα σάπιζαν πνευματικά απαντούν οι πατέρες της Εκκλησίας μας. Καλώς ο Θεός έδωσε την εντολή και κακώς οι προπάτορες μας την παρέβησαν. Μόνοι τους κατέστρεψαν το φάρμακο που τους χάριζε την αθανασία. Φυγή λοιπόν από την πατρική επίβλεψη και πλήρη χειραφέτηση οι λέξεις που μας ηλεκτρίζουν και που υπόσχονται να βρούμε την πλήρη ευτυχία και ελευθερία μόνοι μας και κάνοντας του κεφαλιού μας.
Το που οδήγησε η χειραφέτηση του νεωτέρου και η πλήρης αποδέσμευσή του από κάθε αυθεντία φαίνεται στη συνέχεια. Ασωτία στο έπακρον και πλήρη υποδούλωση στα σωματικά του πάθη. Επακόλουθο η καταστροφή της περιουσίας του. Λιμός επακολούθησε και, ο θεονήστικος και πειναλέος και μη εξασκημένος στην εγκράτεια και την απλή ζωή νέος, αναγκάσθηκε να κολληθεί σ’ ένα άγνωστό του, για να επιζήσει. Έτσι έχασε την ελευθερία και ανεξαρτησία του κι έγινε υποχείριος–δούλος του εργοδότου του. Κατάντησε, από αρχοντόπουλο που ήταν, να βόσκει χοίρους και να προσπαθεί να χορτάσει, τρώγοντας ότι έτρωγαν οι χοίροι. Και πάλι όμως πεινούσε. Στο ναδίρ της καταπτώσεώς του και του εξευτελισμού του ήρθε σε αυτοσυναίσθηση και απέκτησε αυτογνωσία. Κατάλαβε ότι προσπαθώντας να απελευθερωθεί από την επωφελή γι’ αυτόν επίβλεψη του πατέρα του κατάντησε σε χειρότερη μοίρα και από τους υπηρέτες τους. Κατάλαβε ότι ως «ελεύθερος» σάπισε κι έγινε δούλος, που ζούσε χειρότερα από τους δούλους του πατέρα του.
Και πήρε τη μεγάλη απόφαση. Θα επιστρέψω στον πατέρα μου, θα ζητήσω ταπεινά και ειλικρινά συγγνώμη. Δεν θα δικαιολογηθώ καθόλου. Θα αναγνωρίσω πλήρως το λάθος μου και δεν θ’ αξιώσω να ξαναγίνω γιος του. Απλώς θα ζητήσω να είμαι υπηρέτης στο σπίτι του πατέρα μου. Τώρα, που φεύγοντας κατάλαβα τι σημαίνει αποδέσμευση από τον πατέρα μου, προτιμώ να είμαι ακόμη και ως υπηρέτης κοντά του.
Η ειλικρινής και γνήσια μετάνοια του νεωτέρου υιού θα τον οδηγήσει ξανά στην πρώτη δόξα και ευτυχία του. Συμπέρασμα· τα ανθρωποκεντρικά δικαιώματά μας είναι η πηγή της δυστυχίας μας. Ας διδαχθούμε από τον ψαλμωδό (118 Ψαλμός) και ας επαναλάβουμε την προσευχή του· «ευλογητός ει Κύριε, δίδαξόν με τα δικαιώματά σου». Αυτά με σώζουν και με οδηγούν στην ευτυχία. Και τώρα και στην μέλλουσα αιωνιότητα.
ΑΡΧΙΜ. ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
|