Αρχική » Μητροπολίτης » Εγκύκλιοι-Μηνύματα
Μέ ἀφορμή δημοσιεύματα πού κάνουν λόγο γιά τήν ἔναρξη λειτουργίας τοῦ ἀποτεφρωτηρίου στή θέση «Μεγάλη Γέφυρα» στήν περιοχή τῆς Ριτσώνας, ἡ Ἱερά Μητρόπολη Θηβῶν καί Λεβαδείας γιά μία ἀκόμη φορά θά ἤθελε νά ἀποσαφηνίσει ὅτι ἐξ ἀρχῆς ἔχει ἐκφράσει τήν ἀντίθεσή Της (μέ τό ὑπ’ ἀριθμ. πρωτ. 923/9-11-2018 ἔγγραφό Της πού ἔχει κοινοποιηθεῖ σ’ ὅλους τούς ἁρμοδίους Φορεῖς, Τοπικούς Ἄρχοντες τῆς Περιφερείας καί στό διαδίκτυο).
Δυστυχῶς, οἱ ὑπεύθυνοι Ἄρχοντες τῆς Εὐβοίας δέν ἐπανεκτίμησαν τήν ἀπόφαση πού ἐξέδωσαν τό καλοκαίρι τοῦ 2018 ἐπικαλούμενοι τό σχετικό Νόμο τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους καί οἱ ἐργασίες τοῦ ἀποτεφρωτηρίου προχώρησαν, πρόσφατα ὁλοκληρώθηκαν καί ὁ χῶρος αὐτός ἤδη λειτουργεῖ.
Μέ λύπη καί πόνο θά ἐπισημάνω ὅτι ἐλάχιστοι ἀδελφοί καί συμπατριώτες μας, ἀκόμη καί ἐκείνοι πού γειτονεύουν στό χῶρο αὐτό ἀνησύχησαν καί συμμερίστηκαν τήν ἀγωνία μου γιά τά πνευματικά καί ποιμαντικά προβλήματα πού δημιουργεῖ ἡ νέα δομή πού θέλει νά ἐπιβληθῇ στήν ζωή μας.
Ὅμως, σήμερα μετά ἀπό ὅλα αὐτά νιώθω τήν ἀνάγκη νά ἐπικοινωνήσω μαζί σας καί νά σᾶς ἐνημερώσω περί τῆς καύσεως τῶν νεκρῶν.
Ἡ ταφή τοῦ νεκροῦ σώματος τοῦ ἀνθρώπου στή γῆ «ἐξ ἧς ἐλήφθη» προϋποθέτει καί ὑπονοεῖ πίστη στήν Ἀνάσταση τῶν νεκρῶν κατά τή Δευτέρα Παρουσία καί σημαίνει τήν ἐλπίδα καί ἐσχατολογική προσδοκία τῆς ζωῆς τοῦ μέλλοντος αἰῶνος.
Ἀντιθέτως ἡ καύση καί ἀποτέφρωση ὑποδηλώνει ἔλλειψη πίστης καί ἐλπίδας, καθώς σημαίνει τόν πλήρη ἀφανισμό καί ἐκμηδενισμό τοῦ ἀνθρώπου.
2
Ἡ ἀποτέφρωση τῶν νεκρῶν σέ εἰδικές ἐγκαταστάσεις-ἀποτεφρωτήρια παρουσιάζεται στό πλαίσιο τῆς γενικευμένης ἤδη ἐκκοσμίκευσης ἁπλά ὡς ὑπόθεση πού ἀφορᾶ στή δημόσια ὑγεία, τήν προστασία τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος καί χωροταξικά προβλήματα, τά ὁποῖα εἶναι πολύ σοβαρά καί ἀπασχολοῦν καί τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἡ Ὁποία ἔχει δείξει μεγάλη εὐαισθησία στήν προστασία τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος καί τοῦ πλανήτη μας.
Γιά τήν Ἐκκλησία, ὅμως, τό ζητήμα αὐτό εἶναι σοβαρό καί ἐνέχει προεκτάσεις, γιατί ἄπτεται τοῦ δόγματός Της καί σχετίζεται μέ τήν ἀνθρωπολογία τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ Ἐκκλησία δέν δέχεται γιά τά μέλη Της τήν ἀποτέφρωση τοῦ σώματος, διότι τοῦτο εἶναι ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (Α΄ Κορ. 6, 19), στοιχεῖο τῆς ὑποστάσεως τοῦ κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν Θεοῦ πλασθέντος ἀνθρώπου (Γεν. 1, 24), καί περιβάλλει αὐτό μέ σεβασμό καί τιμή ὡς ἔκφραση ἀγάπης πρός τό κεκοιμημένο μέλος Της καί ὡς ἐκδήλωση πίστεως στήν κοινή πάντων ἀνάσταση.
Εἶναι ἀδιανόητο συνειδητός Ὀρθόδοξος Χριστιανός νά ἀρνεῖται τόν ἐνταφιασμό καί νά ἐπιλέγει τήν ἀποτέφρωση.
Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος μέ τήν ἐπιλογή του αὐτή δηλώνει ἔμπρακτα ὅτι αὐτονομήθηκε καί ἀποξενώθηκε ἀπό τήν πίστη καί πράξη τῆς Ἐκκλησίας, ἐφ ὅσον ὁ ἐνταφιασμός ἦταν καί εἶναι ὁ μόνος χριστιανικά ἀποδεκτός τρόπος «διαχείρισης» τῶν νεκρῶν σωμάτων.
Ὁ τόπος ταφῆς τοῦ νεκροῦ σώματος γίνεται σημεῖο ἀναφορᾶς, ἀγάπης, τιμῆς, ἐκφράσεως πόνου καί ὀδύνης πού ψυχολογικά ἀνακουφίζουν καί ἀναπαύουν τούς συγγενεῖς καί φίλους τοῦ ἐκλιπόντος.
Ἡ ἀποτέφρωση μπορεῖ νά ταυτιστεῖ μέ τήν κατάρα τῆς «ἀταφίας», δηλαδή τήν συμφορά νά μείνει κανείς ἄταφος. Ἄς θυμηθοῦμε στήν περίπτωση αὐτή τήν εὐαισθησία τῶν ἀρχαίων προγόνων μας καί μάλιστα τήν ὑπόθεση τῆς τραγωδίας τοῦ Σοφοκλή «ΑΝΤΙΓΟΝΗ».
Ἡ ἄρνηση στήν καύση τῶν νεκρῶν καί ἡ ἐμμονή στήν ταφή δέν ὀφείλεται σέ ἀντίδραση, φανατισμό ἤ ἄλλες σκοπιμότητες ὅπως ἀδίκως κατηγορούμαστε, ἀλλά βασίζεται στή μακραίωνη ὀρθόδοξη παράδοσή μας καί ἀποτελεῖ κατάφαση στήν καταξίωση τοῦ ὅλου ἀνθρώπου, ἄρα καί τοῦ σώματος.
Φυσικά δέν τίθεται ζήτημα γιά τούς ἑτεροδόξους, ἀλλοθρήσκους, ἀθέους ἤ ἀθρήσκους. Ὅλοι εἴμαστε ἐλεύθεροι καί ὑπεύθυνοι γιά τίς ἐπιλογές καί τίς πράξεις μας. Ἡ Ἐκκλησία, ὅμως, ἡ ὁποία σέβεται τήν ἐλευθερία κάθε ἀνθρώπου, σέ περίπτωση πού τῆς ζητηθεῖ νά παραβεῖ τίς ἀρχές καί παραδόσεις Της κάτι τέτοιο δέν μπορεῖ νά τό ἀποδεχθεῖ.
3
Ἔτσι κάθε πρόταση γιά δῆθεν «ἱερολογία» τῆς διαδικασίας ἀποτέφρωσης πέφτει ἐξ ὁρισμοῦ στό κενό ὡς ἀντίθετη πρός τούς Ἱερούς Κανόνες καί τήν Ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας.
Σέ τήρηση, λοιπόν, τῆς μακραίωνης ἱερᾶς παράδοσης τῶν Ἱερῶν Κανόνων, ἀλλά καί τῶν προσφάτων ἀποφάσεων τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀποσαφηνίζουμε κατηγορηματικά ὅτι δέν ἐπιτρέπεται σέ Κληρικό τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας νά τελέσει νεκρώσιμη ἀκολουθία(ἐκκλησιαστική κηδεία) καί ἱερά μνημόσυνα γιά μέλη τῆς Ἐκκλησίας μας πού οἱ ἴδιοι ἤ οἱ οἰκείοι τους, ἐπέλεξαν τήν ἀντικανονική καύση καί ὄχι τήν παραδοσιακή ταφή τοῦ νεκροῦ σώματός τους.
Σέ καμμία περίπτωση δέν μπορεῖ καί δέν πρέπει οἱ Κληρικοί μας νά γίνουν συνένοχοι σ’ αὐτή τήν πρακτική.
Παρακαλῶ, λοιπόν, πατρικά ὅλους σας νά μήν ἐπηρεάζεστε καί παρασύρεστε σέ ἀποφάσεις πού προέρχονται ἀπό ἀντιχριστιανικές πρακτικές καί πονηρές μεθοδεύσεις πού θέλουν τά πάντα νά τά ἀλλάξουν, νά τά ἰδιωτικοποιήσουν ἤ εμπορευματοποιήσουν, ἀκόμη καί τή διαχείριση τῶν νεκρῶν σωμάτων, ἀλλά νά μείνουμε πιστοί ὅλοι μας στήν παράδοση καί τήν πολιτισμένη ἀνθρωπολογία πού δημιούργησαν οἱ πρόγονοί μας, ὅπως αὐτή ζυμώθηκε μέ τήν χριστιανική Ἀλήθεια πού καταξιώνει, ἁγιάζει καί ἀναδεικνύει τόν ἄνθρωπο ψυχῇ τε καί σώματι.
Μετ’ εὐχῶν καί ἀγάπης
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
† Ο ΘΗΒΩΝ ΚΑΙ ΛΕΒΑΔΕΙΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
Μέ ἀφορμή δημοσιεύματα πού κάνουν λόγο γιά τήν ἔναρξη λειτουργίας τοῦ ἀποτεφρωτηρίου στή θέση «Μεγάλη Γέφυρα» στήν περιοχή τῆς Ριτσώνας, ἡ Ἱερά Μητρόπολη Θηβῶν καί Λεβαδείας γιά μία ἀκόμη φορά θά ἤθελε νά ἀποσαφηνίσει ὅτι ἐξ ἀρχῆς ἔχει ἐκφράσει τήν ἀντίθεσή Της (μέ τό ὑπ’ ἀριθμ. πρωτ. 923/9-11-2018 ἔγγραφό Της πού ἔχει κοινοποιηθεῖ σ’ ὅλους τούς ἁρμοδίους Φορεῖς, Τοπικούς Ἄρχοντες τῆς Περιφερείας καί στό διαδίκτυο).Δυστυχῶς, οἱ ὑπεύθυνοι Ἄρχοντες τῆς Εὐβοίας δέν ἐπανεκτίμησαν τήν ἀπόφαση πού ἐξέδωσαν τό καλοκαίρι τοῦ 2018 ἐπικαλούμενοι τό σχετικό Νόμο τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους καί οἱ ἐργασίες τοῦ ἀποτεφρωτηρίου προχώρησαν, πρόσφατα ὁλοκληρώθηκαν καί ὁ χῶρος αὐτός ἤδη λειτουργεῖ.
Μέ λύπη καί πόνο θά ἐπισημάνω ὅτι ἐλάχιστοι ἀδελφοί καί συμπατριώτες μας, ἀκόμη καί ἐκείνοι πού γειτονεύουν στό χῶρο αὐτό ἀνησύχησαν καί συμμερίστηκαν τήν ἀγωνία μου γιά τά πνευματικά καί ποιμαντικά προβλήματα πού δημιουργεῖ ἡ νέα δομή πού θέλει νά ἐπιβληθῇ στήν ζωή μας.Ὅμως, σήμερα μετά ἀπό ὅλα αὐτά νιώθω τήν ἀνάγκη νά ἐπικοινωνήσω μαζί σας καί νά σᾶς ἐνημερώσω περί τῆς καύσεως τῶν νεκρῶν. Ἡ ταφή τοῦ νεκροῦ σώματος τοῦ ἀνθρώπου στή γῆ «ἐξ ἧς ἐλήφθη» προϋποθέτει καί ὑπονοεῖ πίστη στήν Ἀνάσταση τῶν νεκρῶν κατά τή Δευτέρα Παρουσία καί σημαίνει τήν ἐλπίδα καί ἐσχατολογική προσδοκία τῆς ζωῆς τοῦ μέλλοντος αἰῶνος.Ἀντιθέτως ἡ καύση καί ἀποτέφρωση ὑποδηλώνει ἔλλειψη πίστης καί ἐλπίδας, καθώς σημαίνει τόν πλήρη ἀφανισμό καί ἐκμηδενισμό τοῦ ἀνθρώπου.
Ἡ ἀποτέφρωση τῶν νεκρῶν σέ εἰδικές ἐγκαταστάσεις-ἀποτεφρωτήρια παρουσιάζεται στό πλαίσιο τῆς γενικευμένης ἤδη ἐκκοσμίκευσης ἁπλά ὡς ὑπόθεση πού ἀφορᾶ στή δημόσια ὑγεία, τήν προστασία τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος καί χωροταξικά προβλήματα, τά ὁποῖα εἶναι πολύ σοβαρά καί ἀπασχολοῦν καί τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἡ Ὁποία ἔχει δείξει μεγάλη εὐαισθησία στήν προστασία τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος καί τοῦ πλανήτη μας.Γιά τήν Ἐκκλησία, ὅμως, τό ζητήμα αὐτό εἶναι σοβαρό καί ἐνέχει προεκτάσεις, γιατί ἄπτεται τοῦ δόγματός Της καί σχετίζεται μέ τήν ἀνθρωπολογία τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ Ἐκκλησία δέν δέχεται γιά τά μέλη Της τήν ἀποτέφρωση τοῦ σώματος, διότι τοῦτο εἶναι ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (Α΄ Κορ. 6, 19), στοιχεῖο τῆς ὑποστάσεως τοῦ κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν Θεοῦ πλασθέντος ἀνθρώπου (Γεν. 1, 24), καί περιβάλλει αὐτό μέ σεβασμό καί τιμή ὡς ἔκφραση ἀγάπης πρός τό κεκοιμημένο μέλος Της καί ὡς ἐκδήλωση πίστεως στήν κοινή πάντων ἀνάσταση.Εἶναι ἀδιανόητο συνειδητός Ὀρθόδοξος Χριστιανός νά ἀρνεῖται τόν ἐνταφιασμό καί νά ἐπιλέγει τήν ἀποτέφρωση.Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος μέ τήν ἐπιλογή του αὐτή δηλώνει ἔμπρακτα ὅτι αὐτονομήθηκε καί ἀποξενώθηκε ἀπό τήν πίστη καί πράξη τῆς Ἐκκλησίας, ἐφ ὅσον ὁ ἐνταφιασμός ἦταν καί εἶναι ὁ μόνος χριστιανικά ἀποδεκτός τρόπος «διαχείρισης» τῶν νεκρῶν σωμάτων.Ὁ τόπος ταφῆς τοῦ νεκροῦ σώματος γίνεται σημεῖο ἀναφορᾶς, ἀγάπης, τιμῆς, ἐκφράσεως πόνου καί ὀδύνης πού ψυχολογικά ἀνακουφίζουν καί ἀναπαύουν τούς συγγενεῖς καί φίλους τοῦ ἐκλιπόντος.Ἡ ἀποτέφρωση μπορεῖ νά ταυτιστεῖ μέ τήν κατάρα τῆς «ἀταφίας», δηλαδή τήν συμφορά νά μείνει κανείς ἄταφος. Ἄς θυμηθοῦμε στήν περίπτωση αὐτή τήν εὐαισθησία τῶν ἀρχαίων προγόνων μας καί μάλιστα τήν ὑπόθεση τῆς τραγωδίας τοῦ Σοφοκλή «ΑΝΤΙΓΟΝΗ».
Ἡ ἄρνηση στήν καύση τῶν νεκρῶν καί ἡ ἐμμονή στήν ταφή δέν ὀφείλεται σέ ἀντίδραση, φανατισμό ἤ ἄλλες σκοπιμότητες ὅπως ἀδίκως κατηγορούμαστε, ἀλλά βασίζεται στή μακραίωνη ὀρθόδοξη παράδοσή μας καί ἀποτελεῖ κατάφαση στήν καταξίωση τοῦ ὅλου ἀνθρώπου, ἄρα καί τοῦ σώματος.Φυσικά δέν τίθεται ζήτημα γιά τούς ἑτεροδόξους, ἀλλοθρήσκους, ἀθέους ἤ ἀθρήσκους. Ὅλοι εἴμαστε ἐλεύθεροι καί ὑπεύθυνοι γιά τίς ἐπιλογές καί τίς πράξεις μας. Ἡ Ἐκκλησία, ὅμως, ἡ ὁποία σέβεται τήν ἐλευθερία κάθε ἀνθρώπου, σέ περίπτωση πού τῆς ζητηθεῖ νά παραβεῖ τίς ἀρχές καί παραδόσεις Της κάτι τέτοιο δέν μπορεῖ νά τό ἀποδεχθεῖ.Ἔτσι κάθε πρόταση γιά δῆθεν «ἱερολογία» τῆς διαδικασίας ἀποτέφρωσης πέφτει ἐξ ὁρισμοῦ στό κενό ὡς ἀντίθετη πρός τούς Ἱερούς Κανόνες καί τήν Ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας.
Σέ τήρηση, λοιπόν, τῆς μακραίωνης ἱερᾶς παράδοσης τῶν Ἱερῶν Κανόνων, ἀλλά καί τῶν προσφάτων ἀποφάσεων τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀποσαφηνίζουμε κατηγορηματικά ὅτι δέν ἐπιτρέπεται σέ Κληρικό τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας νά τελέσει νεκρώσιμη ἀκολουθία(ἐκκλησιαστική κηδεία) καί ἱερά μνημόσυνα γιά μέλη τῆς Ἐκκλησίας μας πού οἱ ἴδιοι ἤ οἱ οἰκείοι τους, ἐπέλεξαν τήν ἀντικανονική καύση καί ὄχι τήν παραδοσιακή ταφή τοῦ νεκροῦ σώματός τους.Σέ καμμία περίπτωση δέν μπορεῖ καί δέν πρέπει οἱ Κληρικοί μας νά γίνουν συνένοχοι σ’ αὐτή τήν πρακτική.
Παρακαλῶ, λοιπόν, πατρικά ὅλους σας νά μήν ἐπηρεάζεστε καί παρασύρεστε σέ ἀποφάσεις πού προέρχονται ἀπό ἀντιχριστιανικές πρακτικές καί πονηρές μεθοδεύσεις πού θέλουν τά πάντα νά τά ἀλλάξουν, νά τά ἰδιωτικοποιήσουν ἤ εμπορευματοποιήσουν, ἀκόμη καί τή διαχείριση τῶν νεκρῶν σωμάτων, ἀλλά νά μείνουμε πιστοί ὅλοι μας στήν παράδοση καί τήν πολιτισμένη ἀνθρωπολογία πού δημιούργησαν οἱ πρόγονοί μας, ὅπως αὐτή ζυμώθηκε μέ τήν χριστιανική Ἀλήθεια πού καταξιώνει, ἁγιάζει καί ἀναδεικνύει τόν ἄνθρωπο ψυχῇ τε καί σώματι.
Μετ’ εὐχῶν καί ἀγάπης
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
† Ο ΘΗΒΩΝ ΚΑΙ ΛΕΒΑΔΕΙΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
|