|
|
Αρχική » Επίκαιρα κείμενα
Εκεί, γύρω στο 1ο μισό του 4ου αιώνα βλάστησε στα ιερά χώματα της Καππαδοκίας μια σπορά χαρισματική· καρποί της ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, και ο Μέγας Βασίλειος, που από τη ρίζα του ξεπήδησε στο κατόπι του και ο μικρότερος αδελφός του Γρηγόριος ο Νύσσης. Λίγο αργότερα, κάπου κοντά, στην Αντιόχεια της Συρίας, ένας άλλος βλαστός έμελλε ν’ αλλάξει τη ροή της ιστορίας... Ο άγιος Ιωάννης, ο αποκαλούμενος Χρυσόστομος.
Τόσο οι δύο Καππαδόκες, όσο και ο Χρυσόστομος, φοίτησαν στις ξακουστές σχολές της αρχαιότητας, στην Αλεξάνδρεια, την Κωνσταντινούπολη, την Αθήνα και την Αντιόχεια, ενώ το περιεχόμενο των σπουδών τους περιελάμβανε όλες τις τότε γνωστές επιστήμες· τη ρητορική, τη φιλοσοφία, τη μουσική, τη γεωμετρία, την αστρονομία και ό,τι άλλο προσέφερε η θύραθεν παιδεία της εποχής. Ωστόσο, αυτό δεν τους εμπόδισε να λάβουν Χριστιανική αγωγή και επιμέλεια από τις οικογένειες τους, ιδίως, από τις μητέρες τους, δύο εκ των οποίων, η Νόννα και η Εμμελεία, τιμώνται ως αγίες της Εκκλησίας.
Δεινοί γνώστες της Ελληνικής παιδείας λειτούργησαν ακριβώς όπως η μέλισσα, που πετάει από άνθος σε άνθος συλλέγοντας ό,τι καλύτερο υπάρχει, και κατόρθωσαν με αυτόν τον τρόπο να εντάξουν την ελληνική φιλοσοφία στη χριστιανική διδασκαλία, ούτως ώστε η πρώτη να λειτουργήσει ως το άρμα της αληθείας του Ευαγγελίου. Δεν ήταν τυχαίος ο λόγος του Χρυσοστόμου, ο οποίος επιπλήττοντας όσους αρνούνταν τη θύραθεν παιδεία, τόνιζε πως πολλοί από αυτούς που σπούδασαν φιλοσοφία κοντά στους Έλληνες δεν ήταν μακριά από τη γνώση του Θεού· του πραγματικού όμως Θεού, που απέχει «έτη φωτός» από τους ηθικά υποβιβασμένους και ανθρωπόμορφους θεούς της αρχαίας ελληνικής θρησκείας...
Ενώ λοιπόν η ένωση Χριστιανισμού και Ελληνισμού πολιτικά πραγματώθηκε από το Μ. Κωνσταντίνο, ιδεολογικά έλαβε σάρκα και οστά από τους τρεις ιεράρχες, οι οποίοι ουσιαστικώς θεμελίωσαν τον Ελληνοχριστιανικό πολιτισμό. Ως θεμέλιο, ωστόσο, στέρεο και πρώτο ανάμεσα στα επίγεια αγαθά, καθ’ ομολογία του ίδιου του Γρηγορίου του Θεολόγου, προέκριναν την παιδεία. Βεβαίως, όταν οι τρεις ιεράρχες μιλούσαν για παιδεία, δεν εννοούσαν σε καμιά περίπτωση τη στείρα μετάδοση χρήσιμων γνώσεων. Ίσα-ίσα, προχωρούσαν ακόμα παραπέρα και αναφέρονταν στη μόρφωση της ψυχής του νέου, η οποία αποτελεί tabula rasa, κομμάτι άγραφο χαρτί, που υπό την επίβλεψη των γονιών και των δασκάλων προσδοκά να γράψει τις πρώτες σελίδες της ζωής του...
Άλλωστε, η οικογένεια, το σχολείο και η Εκκλησία αποτελούσαν τους βασικούς παράγοντες αγωγής, σύμφωνα με τους θεόπνευστους πατέρες. Ξεχώριζαν, ωστόσο, ως πρωταρχικό το ρόλο της οικογένειας, θεωρώντας τους γονείς συνυπεύθυνους, τόσο για τη σωματική, όσο και για την πνευματική ανατροφή των παιδιών και υποστηρίζοντας ότι ως πρότυπα οι ίδιοι καθόριζαν καταλυτικά με το παράδειγμά τους τη μετέπειτα πορεία των απογόνων τους. Επιπλέον, αφαιρούσαν από τους γονείς κάθε δικαίωμα να ζητούν ο,τιδήποτε από τον έφηβο, εφόσον οι ίδιοι πρώτοι δεν το εφάρμοζαν, ενώ ταυτοχρόνως, τους προέτρεπαν να σέβονται τη ζωή και την ελευθερία των παιδιών τους, και μάλιστα σε μια εποχή, που το παιδί είχε πάνω κάτω τα ίδια δικαιώματα μ' ένα δούλο! Παρόμοια στάση τηρούσαν λίγο ως πολύ και απέναντι στον αληθινό παιδαγωγό, ο οποίος πίστευαν πως θα έπρεπε να έχει σχέση αγάπης και αλληλοσεβασμού με τους μαθητές του και να αποτελεί αρχέτυπο βίου, διδάσκοντας όχι μόνο με τους λόγους, αλλά και με τις πράξεις του το παράδειγμά του...
Την αξία του παραδείγματος, εξάλλου, την κατανόησαν πρώτα στη δική τους ζωή· επηρεάστηκαν βαθύτατα από το πρότυπο του Χριστού, το οποίο βίωσαν μέσα από τις οικογένειές τους· γι' αυτό το λόγο, στη συνέχεια μετουσιώθηκαν οι ίδιοι σε παράδειγμα θυσίας φωτεινό, μοιράζοντας βιός και περιουσία, προκειμένου να υπηρετήσουν τον πλησίον, ν'ανακουφίσουν τον φτωχό, τον κατατρεγμένο, τον αδελφό κι όχι την εγωπάθεια ή τη φιλοδοξία κάποιου απαίδευτου μεγαλομανούς... Με τέτοια βιωτή άφησαν ανεξίτηλο το στίγμα τους διαχρονικά στην ψυχή και το πνεύμα ολόκληρου του ανθρώπινου πολιτισμού κατακτώντας περίλαμπρη θέση στα εκκλησιαστικά συναξάρια και αιώνιο στέφανο στην επουράνια βασιλεία...
Το παρόν άρθρο σταχυολογεί και μεταφέρει κάτι μικρό από τον πολύ πλούσιο πνευματικό θησαυρό που μας κληροδότησαν οι Άγιοι Τρεις Ιεράρχες με τον βίο και το έργο τους. Όσο μελετά κανείς τους τρεις αυτούς μεγάλους άνδρες, που ο ιερός υμνογράφος αποκαλεί «φωστήρες της Τρισηλίου Θεότητος», ανακαλύπτει την ομορφιά και την σοφία που μπορεί να αποκτήσει η ανθρώπινη φύση όταν στραφεί προς τον Θεό και αναζητήσει πρώτα από όλα την γνώση Του. Ας παρακαλούμε για τις ικεσίες και τις πρεσβείες τους ώστε να φωτιστεί και η δική μας γνώση και η δική μας ζωή από το φως του Τριαδικού Θεού.
Π.Π
|
|