|
 |
Αρχική » Ο Ναός μας » Διδακτικά και Ωφέλιμα

Ὅπως, ὅταν νηστεύσατε, σᾶς ἔλεγα ὅτι ὑπάρχει περίπτωση, ἐνῶ νηστεύει κάποιος, στήν πραγματικότητα νά μή νηστεύει, ἔτσι καί τώρα σᾶς λέω ὅτι ὑπάρχει περίπτωση νά νηστεύει κάποιος, ένῶ δέν νηστεύει. Σᾶς φαίνεται ἴσως σάν αἴνιγμα αὐτό πού ἀκοῦτε. Ἀλλ’ ἐγώ θά σᾶς δώσω τήν ἐξήγησή του. Πῶς εἶναι δυνατόν, ἐνῶ νηστεύει κάποιος, στήν πραγματικότητα νά μή νηστεύει; Αὐτό συμβαίνει, ὅταν κάποιος ἀπέχει μέν ἀπό κάποια φαγητά, δέν ἀπέχει, ὅμως, ἀπό ἁμαρτήματα. Καί πῶς εἶναι δυνατόν, ἐνῶ δέν νηστεύει κάποιος, στήν πραγματικότητα νά νηστεύει ἀληθινά; Αὐτό συμβαίνει, ὅταν κάποιος γεύεται μέν τήν ὑλική τροφή, δέν γεύεται ὅμως τήν ἁμαρτία. Αὐτή ἡ νηστεία εἶναι καλύτερη ἀπό τήν πρώτη, καί ὄχι μόνο καλύτερη, ἀλλά καί εὐκολότερη. Διότι πολλοί προβάλλουν τή δικαιολογία ὅτι ἡ νηστεία τῆς τροφῆς ἐξασθενεῖ τόν ὀργανισμό τους, τούς προκαλεῖ ψωρίαση καί κνησμό. Ἄλλος ἰσχυρίζεται ὅτι δέν μπορεῖ νά ὑποφέρει τήν «ἀλουσία» ἤ ὅτι ἡ ὑδροποσία τόν καταβάλλει. Ἄλλος πάλι λέει ὅτι δέν μπορεῖ νά τρώει συνέχεια λαχανικά. Καί πολλές τέτοιες ἐνστάσεις ἔχω ἀκούσει γιά τή νηστεία τῶν τροφῶν. Γιά τή νηστεία, ὅμως, ἀπό τήν ἁμαρτία τίποτε ἀπ’ ὅλα αὐτά δέν μπορεῖ νά ἰσχυριστεῖ κανείς». ( Ἰ. Χρυσόστομος, Δ, 215-6). Ἡ νηστεία, ἡ ἀποχή ἀπό τήν τροφή, εἶναι πανάρχαιος καί πανανθρώπινος θρησκευτικός θεσμός.
Ὁ ἄνθρωπος πολύ νωρίς συνειδητοποίησε ὅτι ἡ ἀνάπτυξή του ἐξαρτᾶται ἀπόλυτα ἀπό τήν αὐτοκυριαρχία του. Βασικό δέ στοιχεῖο τῆς αὐτοσυγκράτησης καί τῆς αὐτοκυριαρχίας θεώρησε ἐξ’ ἀρχῆς τόν ἔλεγχο τῆς τροφῆς, τόν ἔλεγχο τῆς κοιλιοδουλείας. Γιά τούς χριστιανούς ἡ νηστεία ἀπέκτησε καί ἁγιογραφική θεμελίωση, καθώς συνδέθηκε μέ τήν πτώση τῶν Πρωτοπλάστων, ἡ ἀδυναμία τῶν ὁποίων νά ἐλέγξουν τό ἔνστικτο τῆς γεύσης, τούς κόστισε τόν Παράδεισο. Ὁ Ἅγιος Σάββας σχολίασε πολύ χαρακτηριστικά τήν περίπτωση αὐτή τῶν Πρωτοπλάστων: «Ὡραῖος ἦν εἰς ὅρασιν καί καλός εἰς βρῶσιν ὁ ἐμέ θανατώσας καρπός» ( Ἰ. Χρυσόστομος, Δ, 210) Ὡστόσο, ὁ Ἱερός Χρυσόστομος προχώρησε σέ μιά ὁλοκληρωμένη θεώρηση τῆς νηστείας. Οἱ εἰδωλολάτρες νηστεύουν, γιά νά νηστεύουν, ἀδιαφορώντας γιά ὁτιδήποτε ἄλλο. Ἐπίσης, οἱ μή χριστιανοί νηστεύουν διαρχικά, μέ τήν ἔννοια ὅτι θεωροῦν τίς ὑλικές τροφές καί τό σῶμα ὡς ὄργανα τοῦ κακοῦ. Οἱ χριστιανοί, ὅμως, νηστεύουν χριστιανικά. Ἀπέχουν ἀπό ὁρισμένες ὑλικές τροφές, ὄχι γιατί αὐτές καθεαυτές εἶναι αἰτίες τοῦ κακοῦ, ἀλλά γιά λόγους ἄσκησης, γιά ἔλεγχο τῶν παθῶν καί τῶν ἐνστίκτων τους. Ὡστόσο, οἱ χριστιανοί δέν ἀπολυτοποιοῦν τήν τροφική νηστεία. Ὅπως τονίζει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος, ὁ οὐσιαστικός στόχος τῆς νηστείας εἶναι ἡ ἀποχή ἀπό τίς ἁμαρτίες. Μιά μονομερής καί ἀπροϋπόθετη τροφική νηστεία εἶναι δυνατόν νά μήν ἀνταποκρίνεται στόν σκοπό αὐτό.
Ἀντίθετα, ὑπάρχει περίπτωση νά νηστεύει κανείς ἀπό τροφές, νά μή νηστεύει ὅμως ἀπό ἁμαρτήματα. Στις περιπτώσεις αὐτές ὁ σκοπός τῆς νηστείας δέν ἐκπληρώνεται καί οἱ νηστεύοντες ναυαγοῦν μέσα στό λιμάνι... Ἄριστος τρόπος νηστείας εἶναι ὁ συνδυασμός τῶν δύο: ἀποχή ἀπό τροφές, σέ συνδυασμό μέ ἀποχή ἀπό ἁμαρτίες. Γι’ αὐτό καί στήν ὀρθόδοξη πνευματικότητα ἡ νηστεία συνδυάζεται μέ μετάνοια καί ἐξομολόγηση.Ὅπως, ὅταν νηστεύσατε, σᾶς ἔλεγα ὅτι ὑπάρχει περίπτωση, ἐνῶ νηστεύει κάποιος, στήν πραγματικότητα νά μή νηστεύει, ἔτσι καί τώρα σᾶς λέω ὅτι ὑπάρχει περίπτωση νά νηστεύει κάποιος, ένῶ δέν νηστεύει. Σᾶς φαίνεται ἴσως σάν αἴνιγμα αὐτό πού ἀκοῦτε. Ἀλλ’ ἐγώ θά σᾶς δώσω τήν ἐξήγησή του. Πῶς εἶναι δυνατόν, ἐνῶ νηστεύει κάποιος, στήν πραγματικότητα νά μή νηστεύει; Αὐτό συμβαίνει, ὅταν κάποιος ἀπέχει μέν ἀπό κάποια φαγητά, δέν ἀπέχει, ὅμως, ἀπό ἁμαρτήματα. Καί πῶς εἶναι δυνατόν, ἐνῶ δέν νηστεύει κάποιος, στήν πραγματικότητα νά νηστεύει ἀληθινά; Αὐτό συμβαίνει, ὅταν κάποιος γεύεται μέν τήν ὑλική τροφή, δέν γεύεται ὅμως τήν ἁμαρτία. Αὐτή ἡ νηστεία εἶναι καλύτερη ἀπό τήν πρώτη, καί ὄχι μόνο καλύτερη, ἀλλά καί εὐκολότερη. Διότι πολλοί προβάλλουν τή δικαιολογία ὅτι ἡ νηστεία τῆς τροφῆς ἐξασθενεῖ τόν ὀργανισμό τους, τούς προκαλεῖ ψωρίαση καί κνησμό. Ἄλλος ἰσχυρίζεται ὅτι δέν μπορεῖ νά ὑποφέρει τήν «ἀλουσία» ἤ ὅτι ἡ ὑδροποσία τόν καταβάλλει. Ἄλλος πάλι λέει ὅτι δέν μπορεῖ νά τρώει συνέχεια λαχανικά. Καί πολλές τέτοιες ἐνστάσεις ἔχω ἀκούσει γιά τή νηστεία τῶν τροφῶν. Γιά τή νηστεία, ὅμως, ἀπό τήν ἁμαρτία τίποτε ἀπ’ ὅλα αὐτά δέν μπορεῖ νά ἰσχυριστεῖ κανείς». ( Ἰ. Χρυσόστομος, Δ, 215-6). Ἡ νηστεία, ἡ ἀποχή ἀπό τήν τροφή, εἶναι πανάρχαιος καί πανανθρώπινος θρησκευτικός θεσμός. Ὁ ἄνθρωπος πολύ νωρίς συνειδητοποίησε ὅτι ἡ ἀνάπτυξή του ἐξαρτᾶται ἀπόλυτα ἀπό τήν αὐτοκυριαρχία του. Βασικό δέ στοιχεῖο τῆς αὐτοσυγκράτησης καί τῆς αὐτοκυριαρχίας θεώρησε ἐξ’ ἀρχῆς τόν ἔλεγχο τῆς τροφῆς, τόν ἔλεγχο τῆς κοιλιοδουλείας. Γιά τούς χριστιανούς ἡ νηστεία ἀπέκτησε καί ἁγιογραφική θεμελίωση, καθώς συνδέθηκε μέ τήν πτώση τῶν Πρωτοπλάστων, ἡ ἀδυναμία τῶν ὁποίων νά ἐλέγξουν τό ἔνστικτο τῆς γεύσης, τούς κόστισε τόν Παράδεισο. Ὁ Ἅγιος Σάββας σχολίασε πολύ χαρακτηριστικά τήν περίπτωση αὐτή τῶν Πρωτοπλάστων: «Ὡραῖος ἦν εἰς ὅρασιν καί καλός εἰς βρῶσιν ὁ ἐμέ θανατώσας καρπός» ( Ἰ. Χρυσόστομος, Δ, 210)
Ὡστόσο, ὁ Ἱερός Χρυσόστομος προχώρησε σέ μιά ὁλοκληρωμένη θεώρηση τῆς νηστείας. Οἱ εἰδωλολάτρες νηστεύουν, γιά νά νηστεύουν, ἀδιαφορώντας γιά ὁτιδήποτε ἄλλο. Ἐπίσης, οἱ μή χριστιανοί νηστεύουν διαρχικά, μέ τήν ἔννοια ὅτι θεωροῦν τίς ὑλικές τροφές καί τό σῶμα ὡς ὄργανα τοῦ κακοῦ. Οἱ χριστιανοί, ὅμως, νηστεύουν χριστιανικά. Ἀπέχουν ἀπό ὁρισμένες ὑλικές τροφές, ὄχι γιατί αὐτές καθεαυτές εἶναι αἰτίες τοῦ κακοῦ, ἀλλά γιά λόγους ἄσκησης, γιά ἔλεγχο τῶν παθῶν καί τῶν ἐνστίκτων τους. Ὡστόσο, οἱ χριστιανοί δέν ἀπολυτοποιοῦν τήν τροφική νηστεία. Ὅπως τονίζει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος, ὁ οὐσιαστικός στόχος τῆς νηστείας εἶναι ἡ ἀποχή ἀπό τίς ἁμαρτίες. Μιά μονομερής καί ἀπροϋπόθετη τροφική νηστεία εἶναι δυνατόν νά μήν ἀνταποκρίνεται στόν σκοπό αὐτό. Ἀντίθετα, ὑπάρχει περίπτωση νά νηστεύει κανείς ἀπό τροφές, νά μή νηστεύει ὅμως ἀπό ἁμαρτήματα. Στις περιπτώσεις αὐτές ὁ σκοπός τῆς νηστείας δέν ἐκπληρώνεται καί οἱ νηστεύοντες ναυαγοῦν μέσα στό λιμάνι... Ἄριστος τρόπος νηστείας εἶναι ὁ συνδυασμός τῶν δύο: ἀποχή ἀπό τροφές, σέ συνδυασμό μέ ἀποχή ἀπό ἁμαρτίες. Γι’ αὐτό καί στήν ὀρθόδοξη πνευματικότητα ἡ νηστεία συνδυάζεται μέ μετάνοια καί ἐξομολόγηση.
Σεβ. Μητροπολίτης Ἀχελώου, κ. Εὐθύμιος Κ. Στύλιος
|
|